Τατιανός

Τατιανός
I
Άγιος της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Μαρτύρησε στο Μηρό της Φρυγίας (362), επειδή έσπασε τα αγάλματα του εκεί ναού των εθνικών, μαζί με τους συνεργάτες του Θεόδουλο και Μακεδόνιο. Η μνήμη του τιμάται στις 12 Σεπτεμβρίου.
II
Χριστιανός απολογητής (2ος αι. μ.Χ.). Γεννήθηκε στη χώρα, κοντά στον Τίγρη ποταμό, από ειδωλολάτρες γονείς και αφού ταξίδεψε σε διάφορες χώρες πήγε στη Ρώμη, όπου ασπάστηκε τον χριστιανισμό και διδάχτηκε τη χριστιανική διδασκαλία από τον φιλόσοφο και μάρτυρα Ιουστίνο. Μετά τον θάνατο του δασκάλου του (165 μ.Χ.), πήγε στη Μεσοποταμία και στη Συρία και ίδρυσε αίρεση με στοιχεία που πήρε από την αίρεση του Ουαλεντίνου και τις εγκρατιτικές θεωρίες, τις οποίες τροποποίησε έτσι ώστε οι οπαδοί του δεν μεταλάμβαναν κρασί ούτε στη θεία ευχαριστία. Για τον σκοπό αυτό έπιναν νερό και γι’ αυτό ονομάστηκαν και υδροπαραστάτες. Ο Τ. έγραψε πολλά έργα από τα οποία διασώθηκε ένα μόνο απολογητικό, με τον τίτλο Προς Έλληνας, στο οποίο προσπαθεί να αποδείξει, ότι η χριστιανική θρησκεία είναι ασύγκριτα υψηλότερη και αρχαιότερη από την εθνική τη φιλοσοφία και φιλολογία της οποίας υποτιμάει. Λίγο πριν πεθάνει έγραψε το Ευαγγέλιον διά τεσσάρων, το οποίο αποτελείται από 4 ευαγγέλια. Το έργο αυτό, στο οποίο παρέλειψε οτιδήποτε σχετικό με την ανθρώπινη καταγωγή του Ιησού, διαδόθηκε στη Συρία και κυρίως στην Έδεσσα, όπου μάλιστα εκτόπισε τα κανονικά ευαγγέλια έως τον 4o αι. Το Ευαγγέλιον διά τεσσάρων σώθηκε σε αραβική μετάφραση.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Τατιανός — masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Τατιανοῖο — Τατιανός masc gen sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Τατιανοί — Τατιανός masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Τατιανοῦ — Τατιανός masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Τατιανέ — Τατιανός masc voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Τατιανῶν — Τατιανός masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Τατιανῷ — Τατιανός masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Τατιανόν — Τατιανός masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ТАТИАН —    • Tatiānus,          Τατιανός, имя, часто встречающееся во времена Римской империи, особенно на востоке. Самый замечательный Т., по прозвищу Сирийский Σύρος, христианский апологет и гностик, живший во 2 й половине 2 в. от Р. X. Он родился в… …   Реальный словарь классических древностей

  • ATTIANUS — praenomine Caelius, inter Tutores Adriani Caesaris, memoratur Aelio Spartiano in Vita huius: c. 1. Ulpium Traianum et Calium Attianum Equitem Romanum, Tutores habuit; Ita enim optimi libri, cum vulgatae Editiones Tatianum habeant. Sed et… …   Hofmann J. Lexicon universale

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”